Confession of a cyberine.
το πρωί άκουσα τη Μαρία να μου φωνάζει οτι η Αθήνα δεν παλεύεται άμα δε φεύγεις πότε πότε. άμα δε "φεύγεις" πότε πότε τίποτε δεν παλεύεται. κλείσαμε το τηλέφωνο και σκεφτόμουν αυτό το "φευγιό". Οι φίλοι λένε ότι τελευταία είμαι εντελώς αλλού. Και όμως ποτέ δεν ήμουν πιο πολύ ΕΔΩ στη ζωή μου. Ποτέ δεν ήμουν τόσο πολύ έξω από τον Κυβερνοχώρο μου, όσο είμαι τώρα. Αλλά κανείς δε με βρίσκει.
Ήμουν μονίμως εκτός. Μέσα σε βιβλία, σε τηλεφωνήματα, σε μουσικές, σε ονειροπολήσεις, σε χαρτογραφήσεις, μετά ήρθε και η θρησκευτική εμπειρία της Online ζωής μου και ήρθε και έδεσε. Ερωτεύτηκα και Άγγλο ασθενή και το τηλέφωνο έγινε η προέκταση των χειλιών μου. μετά άρχισαν τα ταξίδια. οι καλύτεροι φίλοι μου τυχαία (?!) ήταν πάντοτε σε άλλη πόλη. Και εγώ με ένα σακίδιο στον ώμο να μαζεύω ιστορίες για να τους περιγράψω κουνώντας χέρια πόδια στη σειρά. Και μετά να φεύγω ξανά. Κάθε μέρα χίλια ταξίδια.
τόσα χρόνια περνούσα το μισό μου συνειδητό χρόνο (ο ύπνος είναι άλλη ιστορία) σε cyber περιβάλλον. αν δεχτώ τους ορισμούς του Barlow/ Leary σχετικά με τον Κυβερνοχώρο
το δίχως άλλο περνούσα τεράστιο κομμάτι της ζωής μου δοσμένη σε μια διαφοροποιημένη απο τον χωροχρονικά φυσικό μου χώρο, πραγματικότητα. Αυτή η δική μου πραγματικότητα ήταν πάντα το κουτί ασφαλείας μου. Μάλλον για αυτό δεν χρειάστηκαν ουσίες και αλκοόλ. Ήμουν ήδη αλλού.
Αν θυμηθώ αποσπασματικά τη ζωή μου, από τότε που έμαθα να διαβάζω χάθηκα μέσα στις σελίδες, από τότε που μπόρεσα να βγω μόνη μου από το σπίτι χάθηκα μέσα σε συναυλίες και καινούριους δρόμους. Με τον έρωτα έγινε ακριβώς το ίδιο. Χάνω εμένα και κερδίζω και άλλον ένα στο τέλος. Και πλέον όταν χορεύω ξένη ανάμεσα σε ξένους πάλι τότε βιώνω αυτό το χάσιμο. Τότε η φυσικά μου υπόσταση, το εδώ και τώρα ιδρωμένο μου σώμα παίρνει και αυτό Κυβερνο-αποχρώσεις. Όταν έχεις μάθει να λειτουργείς σε ένα επίπεδο οπου τα πέλματα δεν ακουμπάνε καλά στο έδαφος και να σε καρφώσουν κάτω, πάλι θα μπορείς να κουνάς τα δάχτυλα σου ελευθέρα. Άμα δε χαθώ δε με βρίσκω…
Η Μαρία είναι Λουξεμβούργο εδώ και μήνες και πριν ήμασταν μαζί Γλασκώβη. Η Μαρία θα καθίσει για πολύ ακόμη "έξω" απο την Αθήνα. Εγώ πάλι μόλις επέστρεψα από Γλασκώβη δεν έφυγα ξανά. Έχω απίστευτο καιρό να φύγω, να αφεθώ. Είμαι μονίμως ΕΔΩ και με κουράζει. Η μουσική δε μοιάζει αρκετή και το σώμα μου βαραίνει. Τα βιβλία δεν αρχίζουν ποτέ και το Online μας τελείωσε. Μόνο ο έρωτας μένει και αυτόν δεν πρέπει να τον χρησιμοποιήσουμε ποτέ. Ποτέ ποτέ.
απόψε λέω να κάτσω σπίτι. να αράξω σπίτι και να μην κάνω τίποτε το μεγαλειώδες απο ότι σχεδίαζα. νομίζω οτι δεν έχω καθίσει ποτέ σπίτι μου Σάββατο βράδυ. ποτέ μόνη μου. θα αρνηθώ λοιπόν και ας με μαλώσουν πάλι. Λείπει ο Άνθρωπος και μπορώ να αφεθώ για λίγο σε δημιουργική μελαγχολία. θα μείνω λοιπόν στο υπόγειο σπίτι μου και θα αφεθώ όσο δεν πάει άλλο... μέχρι να αποκτήσουν όλα νόημα ξανά.-